Antonios Kountouris
Menu

Κροταφογναθικές Διαταραχές: Ορισμός, Συμπτωματολογία, Αιτιολογία, Διάγνωση και Θεραπεία.

Default Banner Subtitle

Οι Κροταφογναθικές Διαταραχές ή αλλιώς Δυσλειτουργία του Στοματογναθικού Συστήματος είναι ένας ιατρικός όρος που περιλαμβάνει τις μυοσκελετικές διαταραχές των Κροταφογναθοικών Αρθρώσεων και των Μασητηρίων Μυών. Με τον όρο Κροταφογναθικές Αρθρώσεις, ορίζουμε τις 2 αρθρώσεις που βρίσκονται ακριβώς μπροστά από τα αυτιά και συνδέουν την κάτω γνάθο με το κρανίο. Όσον αφορά, τους μασητήριους μυς, είναι μύες απαραίτητοι για βασικές λειτουργίες του ανθρώπου, όπως η ομιλία και η μάσηση.

Τα κυριότερα συμπτώματα που αντιμετωπίζει κάποιος με Κροταφογναθικές Διαταραχές είναι πόνος, ήχοι από τις Κροταφογναθικές Διαρθρώσεις και περιορισμός ή αδυναμία κίνησης της κάτω γνάθου. Ο πόνος, αποτελεί το συχνότερο σύμπτωμα και μπορεί να εντοπίζεται είτε στη μία, είτε και στις δύο πλευρές του κεφαλιού, στην περιοχή των κροτάφων, στα μάγουλα ή και ακριβώς μπροστά από το αυτί. Ο πόνος είναι συνήθως, μέτριας έντασης, διακοπτόμενος κατά τη διάρκεια της ημέρας, επιδεινούμενος κατά τη λειτουργία της κάτω γνάθου, όπως κατά τη μάσηση, ιδίως σκληρών τροφών, το άνοιγμα του στόματος, την ομιλία και το χασμουρητό. Αρκετοί ασθενείς περιγράφουν τον πόνο ως μια μέγγενη ή τανάλια που σφίγγει το κεφάλι τους. Όσον αφορά την ύπαρξη ήχων μπορεί να είναι ποικίλων τύπων, ενώ δεν είναι λίγοι αυτοί που παραπονούνται για περιορισμό στην κίνηση της κάτω γνάθου και αντίστοιχο μικρότερο άνοιγμα του στόματός τους, σε σχέση με το παρελθόν, πριν την εμφάνιση των συμπτωμάτων.

Οι Κροταφογναθικές Διαταραχές εμφανίζονται συχνότερα στις γυναίκες, παρά στους άνδρες, μέσης ηλικίας, σύμφωνα με τα βιβλιογραφικά δεδομένα, χωρίς βέβαια να αποκλείονται τα συμπτώματα σε ηλικιωμένους ή ακόμη και σε παιδιά. Η αιτιολογία τους, έχει αποτελέσει αντικείμενο αντιπαράθεσης, όσον αφορά τα βιβλιογραφικά δεδομένα και σήμερα πιστεύεται πως είναι πολυπαραγοντική. Αυτό σημαίνει πως υπάρχουν πολλοί και διαφορετικοί αιτιολογικοί παράγοντες που βδιακρίνονται σε: 1) εναρκτήριους, 2)προδιαθεσικούς και 3)διηνεκείς. Πρωταγωνιστικό ρόλο παίζουν διάφορες καθημερινές συνήθειες, όπως το υπέρμετρο σφίξιμο ή/και τρίξιμο των δοντιών που καλείται ως βρυγμός, αλλά και άλλες επιβαρυντικές συνήθειες, όπως η μάσηση τσίχλας, η μάσηση ιδιαίτερα σκληρών τροφών και το δάγκωμα των νυχιών που μπορεί να οδηγήσουν σε εκτεταμένη φόρτιση των μασητηρίων μυών και των αρθρώσεων. Επίσης, σημαντικός είναι ο ρόλος προηγηθέντος τραύματος στο κεφάλι, εφόσον έχει υπάρξει, αλλά και συστηματικών παθήσεων (όπως διάφορες αρθρίτιδες και μυοσκλετικές παθήσεις). Τέλος, γενετικοί και ψυχοκοινωνικοί παράγοντες μπορεί να επιβαρύνουν την ένταση και τη διάρκεια των συμπτωμάτων.

Η διάγνωση των Κροταφογναθικών Διαταραχών γίνεται από εξειδικευμένο Οδοντίατρο-Γναθολόγο, τίθεται μάλιστα, μετά από ενδελεχή λήψη ιστορικού, πλήρη και λεπτομερή εξέταση με ψηλάφηση των Κροταφογναθικών Αρθρώσεων και των Μασητηρίων Μυών και με καταγραφή και έλεγχο της κινητικότητας της κάτω γνάθου. Απεικονιστικός-Ακτινογραφικός έλεγχος της περιοχής, είτε με τη μορφή της Πανοραμικής Ακτινογραφίας, είτε σε σπάνιες, πιο ειδικές περιπτώσεις με τη μορφή Αξονικής Τομοφραφίας, κρίνεται, επίσης, σκόπιμος. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που μπορεί να συνυπάρχουν οδοντιατρικά προβλήματα ή κεφαλαλγίες και δημιουργούν αυτό που ονομάζουμε συννοσηρότητα.

Η θεραπεία των Κροταφογναθικών Διαταραχών ξεκινάει με πλήρη ενημέρωση των ασθενών για τα ευρήματα και την αιτιολογία τους και καταρτίζεται το ανάλογο σχέδιο θεραπείας, απόλυτα εξατομικευμένα. Ανάλογα με τη διάγνωση, το θεραπευτικό πρωτόκολλο περιλαμβάνει: 1)την κατασκευή ειδικού ενδοστοματικού σκληρού νάρθηκα, συνηθέστερα κάποιου νάρθηκα σταθεροποίησης, 2)εξατομικευμένο για κάθε ασθενή πρόγραμμα κινησιοθεραπείας της κάτω γνάθου και 3)κάποιες συνεδρίες χρήσης TENS, συσκευής δηλαδή ηλεκτροδιέγερσης, που μέσω ηλεκτρικού ρεύματος χαμηλών συχνοτήτων, ερεθίζει τις ελεύθερες νευρικές απολήξεις, επιτυγχάνοντας αναλγητικό αποτέλεσμα. Σε περιπτώσεις έντονου πόνου, ιδιαίτερα στην περιοχή των αρθρώσεων, μπορεί να κριθεί απαραίτητη η χορήγηση αναλγητικής αγωγής για ένα μικρό διάστημα 5 ή το πολύ 7 ημερών. Η επιλογή των θεραπευτικών μεθόδων και η αντίστοιχη ακολουθία τους, προσαρμόζεται σε κάθε ασθενή με σκοπό να επιτευχθεί στο συντομότερο δυνατό διάστημα, το επιθυμητό αποτέλεσμα. Για έναν ασθενή με Δυσλειτουργία του Στοματογναθικού Συστήματος Μέσης Βαρύτητας, ένα διάστημα θεραπείας 3 μηνών κρίνεται επαρκές, Απαραίτητες, ωστόσο, κρίνονται κάποιες επανεξετάσεις του ασθενούς στο χρονικό διάστημα αυτό, ώστε να βεβαιωθεί η σταδιακή αποδρομή των συμπτωμάτων και να αποκλειστεί η όποια σοβαρή υποτροπή. Τέλος, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις ατόμων με Κροταφογναθικές Διαταραχές, στα οποία συνυπάρχει κεφαλαλγία, με τη μορφή Κεφαλαλγίας Τάσεως ή ακόμη και Ημικρανίας. Σε τέτοιες περιπτώσεις, απαιτείται αρμονική συνεργασία με Ειδικό Νευρολόγο, εξειδικευμένο στην Αντιμετώπιση Κεφαλαλγιών, με σκοπό την ολιστική αντιμετώπιση του ασθενούς από τον πόνο.